ΣΤΕΝΩΣΗ ΑΟΡΤΙΚΗΣ ΒΑΛΒΙΔΑΣ
Η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί αναγκαιότητα όταν αναπτυχθούν συμπτώματα (όπως στηθάγχη ή δύσπνοια ή συγκοπτικά επεισόδια). Από το 1960 σειρά μελετών έχει αποδείξει ότι από τη στιγμή που ο ασθενής γίνεται συμτωματικός, η μέση επιβίωσή του είναι δύο έως τρία χρόνια, εάν η βαλβίδα παραμείνει στενωμένη με τη χειρουργική αντιμετώπιση οι προοπτικές είναι πολύ καλές εφόσον η βαλβιδοπάθεια δεν έχει επηρεάσει σοβαρά τη λειτουργικότητα της καρδιάς.
Αντικατάσταση βαλβίδας
Η χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας με προσθετική βαλβίδα μπορεί να γίνει είτε με μεταλλική είτε με βιολογική βαλβίδα.
Η μεταλλική απαιτεί χρόνια λήψη αντιπηκτικών, αλλά έχει μεγάλη αντοχή στο χρόνο. Η βιολογική, από την άλλη, κατασκευάζεται από επεξεργασμένο ιστό χοίρου ή βόιου και δεν απαιτεί αντιπηκτική αγωγή, αλλά εκφυλίζεται και μετά από 10-15 χρόνια απαιτείται εκ νέου χειρουργείο για την αντικάταστασή της.
Πιθανές επιλογές:
i) Βαλβιδοπλαστική με μπαλόνι.
Το αποτέλεσμά της συνήθως δεν διαρκεί πολύ καιρό.
ii) Διαδερμική αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας (TAVI).
Η πρόσβαση, αναλόγως την καταλληλότητα των αγγείων, γίνεται από τη μηριαία αρτηρία, την κορυφή της καρδιάς, την ανιούσα αορτή ή την υποκλείδια αρτηρία.
Τα ποσοστά θνησιμότητας εντός των πρώτων 30 ημερών κυμαίνονται από 5%-15%. Περίπου το 1%-2% των ασθενών που αντιμετωπίζονται με TAVI χρειάζονται άμεση καρδιοχειρουργική επέμβαση για απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Η επιβίωση ενός έτους για TAVI κυμαίνεται από 60%-80%, οι περισσότεροι επιζώντες εμφανίζουν σημαντική βελτίωση της κατάστασης της υγείας και της ποιότητας ζωής τους.
Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι η TAVI είναι μία λύση για άτομα τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ανοικτή αντικατάσταση δηλαδή όταν τα περιστατικά κριθούν ανεγχείρητα λόγω νόσων, όπως αναπνευστική ανεπάρκεια, ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια κ.λ.π.