Η θεραπεία των ανευρυσμάτων, ανάλογα με το πού βρίσκονται, δηλαδή ανιούσα, τόξο, θωρακοκοιλιακά, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι χειρουργική. Δηλαδή, αντικαθίσταται το ανευρυσματικό τμήμα της αορτής από συνθετικό σωληνωτό μόσχευμα το οποίο ράβεται στο υγιές μέρος της αορτής, αποκαθιστώντας την ορθή κυκλοφορία του αίματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, συνήθως στο ανιόν τμήμα της αορτής, απαιτείται αντικατάσταση από την αορτική ρίζα με συνοδό αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας και εμφύτευση της αριστερής και δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας στο μόσχευμα (τεχνική κατά Bental). Υπάρχει, όμως, και άλλη τεχνική κατά την οποία γίνεται συντήρηση της βαλβίδας. Και σε αυτή την περίπτωση εμφυτεύονται οι στεφανιαίες αρτηρίες στο μόσχευμα (τεχνική κατά Yacoub ή τεχνική κατά David). H τεχνική που ακολουθείται εξαρτάται από το τμήμα της αορτής που αντικαθίσταται, δηλαδή, κατά την αντικατάσταση του αορτικού τόξου πρέπει να γίνεται προστασία του εγκεφάλου, ενώ κατά την αντικατάσταση της θωρακικής αορτής πρέπει να γίνεται προστασία του νωτιαίου μυελού, ακολουθώντας πάντα ειδικές τεχνικές διότι υπάρχουν μεγάλες επιπλοκές στη συγκεκριμένη χειρουργική με παραπληγίες, εγκεφαλικά και θάνατο.
Υπάρχει, όμως, και η ενδαγγειακή τοποθέτηση μοσχεύματος, η οποία έχει καλά αποτελέσματα ειδικά για το τμήμα της θωρακικής αορτής, ενώ παρουσιάζουν και επιπλοκές, όπως ενδοδιαφυγές ή βαρύτερες με ρήξη τμημάτων της αορτής οι οποίες μπορεί να απαιτήσουν επέμβαση. Όλοι οι ασθενείς χρήζουν παρακολούθησης με αξονική αγγειογραφία ή μαγνητική πριν και μετά από κάθε επέμβαση.
Υπάρχει και η υβριδική τεχνική, δηλαδή ο συνδυασμός χειρουργικής αντικατάστασης ανιούσης αορτής με τοποθέτηση ενδοπρόθεσης στην κατιούσα αορτή. Οι ασθενείς που χρήζουν χειρουργικής παρέμβασης ή ενδαγγειακής είναι αυτοί που η διάμετρος του ανευρύσματος στην ανιούσα ξεπερνά τα 5,5εκ και στη θωρακική τα 6εκ. επιπλέον, αν ο ίδιος ο ασθενής έχει κλινική συμπτωματολογία, κυρίως με πόνο. Η χειρουργική των ανευρυσμάτων είναι επείγουσα -όταν πρόκειται για ρήξη ή διαχωρισμό του ανευρύσματος-και καθιστά την αντιμετώπιση υποχρεωτική και άμεση με πολύ μεγάλο ποσοστό περιεγχειρητικής θνησιμότητας 30%-50%. Πολλές φορές, ειδικά στη θέση της κατιούσης θωρακικής αορτής, για τα διαχωριστικά ανευρύσματα ενδείκνυται η συντηρητική αντιμετώπιση και αυτό εξαρτάται από την έκταση και την κλινική τους πορεία.
Η πρόγνωση με την ορθή αντιμετώπιση, χειρουργική ή μη, είναι αρκετά ικανοποιητική με μεγάλα ποσοστά επιβίωσης.