Είναι μία οξεία κατάσταση κατά την οποία ο έσω χιτώνας της αορτής σκίζεται και δημιουργεί μεταξύ μέσου και έσω χιτώνα, διαχωρισμό. Οξύς θεωρείται ο διαχωρισμός όταν η διάγνωσή του γίνει τις 10 πρώτες ημέρες και πρέπει να χειρουργηθεί επειγόντως. Όταν η διάγνωση γίνει αργότερα από τις 10 ημέρες γίνεται χρόνιος διαχωρισμός και η αντιμετώπισή του μπορεί να είναι και συντηρητική, ανάλογα με τις κακώσεις που έχουν δημιουργηθεί. Η διάγνωση μπορεί να γίνει με αξονική ή μαγνητική τομογραφία, αλλά και το υπερηχοκαρδιογράφημα, ιδίως διοισοφάγειο μπορεί να φανεί εξαιρετικά χρήσιμο.
Μπορεί να δημιουργηθεί από αυτή τη νόσο και ρήξη του τοιχώματος της αορτής. Για αυτό το λόγο, πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά και άμεσα. Οι συνηθέστερες αιτίες είναι η εκφύλιση του μέσου χιτώνα από κάποιο νόσημα, συνήθως συγγενές όπως σύνδρομο Marfan, σύνδρομο Ehlers-Danlos και υπέρταση. Σπανιότερες καταστάσεις είναι μυκωτικό ανεύρυσμα,HIV, αρτηρίτιδες, ρευματοειδής αρθρήτιδα, νόσος του Behcet, οπισθοπεριτοναϊκή ίνωση. Η τραυματική ρήξη της αορτής είναι μία άλλη χειρουργική πάθηση, την ονομάζουμε ψευδές ανεύρυσμα και συνήθως προκαλείται από ατύχημα, πτώση από ύψος και άλλες σπανιότερες αιτίες. Συνήθως τα περιστατικά αυτά δεν φθάνουν στο χειρουργείο λόγω μεγάλης θνησιμότητας.
ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΩΝ
Οι διαχωρισμοί ταξινομούνται κατά DeBakey σε τύπο Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και κατά Stanford σε τύπου Α και τύπου Β.
Κατά Stanford, Α αφορά την ανιούσα και την κατιούσα, ενώ Β αφορά μόνο την κατιούσα. Αντίθετα, κατά DeBakey Ι αφορά από την ρίζα της αορτής μέχρι την περιφέρειά της, ΙΙ αφορά μόνο το τμήμα της την ανιούσης αορτής, ενώ ΙΙΙ μόνο την κατιούσα αορτή.
Η χειρουργική αντιμετώπιση έγκειται στην αντικατάσταση του αρχικού τμήματος, ουσιαστικά της αορτής, με τεχνητό μόσχευμα περιλαμβάνοντας και την πύλη εισόδου της ρήξης.